Kατά την διάταξη της περ. ε της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983 (Α΄ 33), όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 4 του ν. 1772/1988 (Α΄ 91) και ίσχυε προ της εκ νέου αντικαταστάσεως της περιπτώσεως αυτής με την παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 3212/2003 (Α΄ 308/31-12-2003), η εκδιδόμενη προς εφαρμογή εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης και πραγματοποίηση της οφειλομένης εισφοράς σε γη πράξη εφαρμογής, καθίσταται, μετά το πέρας της ειδικής διοικητικής διαδικασίας εκδόσεώς της και την κύρωσή της από τον νομάρχη, οριστική και αμετάκλητη. Οι δε διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, που βεβαιώνονται με απόφαση των αρμοδίων δικαστηρίων, μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση, όπως ειδικότερα ορίζεται με την κανονιστική απόφαση με τον τίτλο «Διαδικασία και τρόπος σύνταξης της πράξης εφαρμογής της Πολεοδομικής Μελέτης» (υπ’ αριθ. 79881/3445/6-12-1984 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Β΄ 862), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 10 του αυτού άρθρου 12.
Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 1730/2000 κ.ο.κ.), δεν είναι επιτρεπτή, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος ενδιαφερομένου, η επάνοδος της Διοικήσεως επί του περιεχομένου της πράξεως εφαρμογής, η οποία δεν υπόκειται σε ανασύνταξη ούτε για λόγους νομιμότητος. Δεν επιτρέπεται εξ άλλου, κατά τις αυτές διατάξεις, οι οποίες, κατά τα ήδη κριθέντα, είναι συνταγματικώς επιτρεπτές (βλ. ΣτΕ 1732/2000, Ολομ.) η ανάκληση ή ανασύνταξη κυρωθείσης πράξεως εφαρμογής ακόμη και στην περίπτωση, κατά την οποία, με απόφαση των αρμοδίων κατά το Σύνταγμα δικαστηρίων, βεβαιώνονται διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, διότι στην περίπτωση αυτή ο νόμος προβλέπει την μετατροπή των διαφορών αυτών σε χρηματική αποζημίωση.
Και ναι μεν, με το ως άνω άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3212/2003 αντικαταστάθηκαν οι εν λόγω ρυθμίσεις και επετράπη η κατ’ εξαίρεση, για λόγους νομιμότητος ή για πλάνη περί τα πράγματα, εν όλω ή εν μέρει ανάκληση κυρωθείσης πράξεως εφαρμογής. Η διάταξη, όμως, αυτή δεν έχει, όπως προκύπτει από το γράμμα της και την επ’ αυτής εισηγητική έκθεση, ερμηνευτικό χαρακτήρα ούτε αναδρομική ισχύ και δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να προσδώσει κύρος σε προγενέστερες της θέσεώς της σε ισχύ (31-12-2003, βλ. άρθρο 24 ν. 3212/2003) ατομικές πράξεις, με τις οποίες είχε επιχειρηθεί, ανεπιτρέπτως κατά τα ανωτέρω, η ανάκληση ή η τροποποίηση κυρωθεισών πράξεων εφαρμογής (ΣτΕ 2601/2008, ΣτΕ 4573/2009, υπάρχει και αντίθετη απόφαση του ΣτΕ ……).
Συνεπώς,  στις πράξεις εφαρμογής που εκδόθηκαν πριν από την έκδοση του  ν. 3212/2003, ο νέος νόμος  δεν έχει εφαρμογή.
Στις περιπτώσεις που  ο νόμος αυτός εφαρμόζεται, θα πρέπει να επισημανθούν τα εξής: Με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3212/2003 (Α` 308) αντικαταστάθηκε η περίπτωση ε` της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983, ως εξής: «… ε) Η πράξη εφαρμογής μετά την κύρωσή της γίνεται οριστική και, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, αμετάκλητη. Η Διοίκηση κατ` εξαίρεση μόνο επιτρέπεται να ανακαλεί εν όλω ή εν μέρει την πράξη εφαρμογής, για λόγους νομιμότητας ή για πλάνη περί τα πράγματα που αποδεικνύεται από στοιχεία που δεν ήταν γνωστά κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης ή από τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η ανάκληση γίνεται αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η πράξη ανακαλείται μόνο κατά το μέρος που διαπιστώνεται η παράβαση ή η πλάνη, μέσα σε εύλογο χρόνο από την κύρωση της πράξης εφαρμογής και συντάσσεται διορθωτική πράξη. Κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης λαμβάνεται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση που είχαν οι ιδιοκτησίες κατά το χρόνο σύνταξης της αρχικής πράξης. Αν κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοίκησης η αυτούσια διόρθωση δεν είναι δυνατή για λόγους που επιβάλλονται από τις αρχές της καλής πίστης και της ασφάλειας του δικαίου, οι διαφορές που προκύπτουν κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση. Με τη διορθωτική πράξη καθορίζεται ο υπόχρεος και ο δικαιούχος της αποζημίωσης …».
Επομένως, απο την ως άνω διάταξη προκύπτει ότι η μερική ή ολική ανάκληση της πράξης εφαρμογής, επιτρέπεται ΜΟΝΟΝ για λόγους νομιμότητας ή λόγω πλάνης περί τα πράγματα, που δεν συντρέχουν  σε περίπτωση μη καταβολής στον θιγόμενο της οφειλομένης αποζημίωσης, δεδομένου  ότι η μη καταβολή της αποζημίωσης δεν συνιστά ούτε λόγο νομιμότητας ούτε πλάνη περί τα πράγματα για να οδηγήσει στην ανασύνταξη της πράξης εφαρμογής με την οποία ουσιαστικά αυτή θα ανακληθεί μερικά ή ολικά.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΙΚΟ ΒΗΜΑ