Δικαστήριο: ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Αριθ. Απόφασης: 19
Ετος: 2002
Περίληψη
Αναγκαστική απαλλοτρίωση – Σχέδια πόλεων – Συστατικά ακινήτου -. Το άρθ. 12 § 7 β΄ και δ΄ ν. 1337/1983, επιτρέποντας την κατάληψη (και επομένως αφαίρεση) των υποχρεωτικώς εισφερομένων τμημάτων γης, αναγκαίως δε μετ’ αυτών και των σε αυτά επικειμένων (συστατικών), και πριν ακόμη από την καταβολή στο δικαιούχο της οφειλόμενης για τα τελευταία αποζημίωσης δεν αντίκειται στο άρθ. 17 § 2 Συντ.
Απόφαση
Επειδή με την 778/2001 απόφαση του Γ΄ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου παραπέμφθηκε στην Πλήρη Ολομέλεια, ο μοναδικός από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος της υπό κρίση αναιρέσεως, διότι κρίθηκε ότι η προς εφαρμογή διάταξη του άρθρου 12 παρ.7 β΄ και δ΄ του τυπικού ν. 1337/1983 «Επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων κ.λπ», όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του ν. 1772/1988, είναι αντίθετη προς το άρθρο 17 παρ. 2 του Συντάγματος. Επειδή κατά τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του Συντάγματος : «Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος. Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης
». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει α) ότι είναι επιτρεπτή, με διάταξη νόμου, η θέσπιση γενικών και αντικειμενικών περιορισμών της ιδιοκτησίας, χωρίς υποχρέωση αποζημίωσης, προς εξυπηρέτηση του γενικότερου συμφέροντος, εφόσον αυτοί δεν θίγουν τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας αναιρώντας ή αποδυναμώνοντάς το σε μεγάλο βαθμό, είναι δε αναγκαίοι για την επίτευξη του σκοπούμενου αποτελέσματος (σχετ. Ολ.ΑΠ 896/85, 1/1982) και β) ότι επιτρέπεται η οριστική στέρηση ή αφαίρεση της ιδιοκτησίας (με μετάθεση ολική της κυριότητας του πράγματος σε άλλο πρόσωπο ή δημιουργία άλλου εμπράγματου δικαιώματος) με πράξη της πολιτείας μόνο αν επιβάλλεται προς θεραπεία δημόσιας ωφέλειας, εφόσον προηγηθεί της καταλήψεως καταβολή πλήρους αποζημίωσης που καθορίζεται από τα πολιτικά δικαστήρια. Εξάλλου κατά το άρθρο 24 (παρ. 2-4) του Συντάγματος : 2. «Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης
3. Για να αναγνωρισθεί μία περιοχή ως οικιστική και για να ενεργοποιηθεί πολεοδομικά, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά , χωρίς αποζημίωση από τον οικείο φορέα, στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι, πλατείες και χώροι για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς, καθώς και στις δαπάνες για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, όπως νόμος ορίζει. 4. Νόμος μπορεί να προβλέπει τη συμμετοχή των ιδιοκτητών περιοχής που χαρακτηρίζεται ως οικιστική στην αξιοποίηση και γενική διαρρύθμισή της σύμφωνα με εγκεκριμένο σχέδιο, με αντιπαροχή ακινήτων ίσης αξίας ή τμημάτων ιδιοκτησίας κατά όροφο, από τους χώρους που καθορίζονται τελικά ως οικοδομήσιμοι ή από κτίρια της περιοχής αυτής». Σε εκτέλεση και εφαρμογή των ως άνω συνταγματικών διατάξεων του άρθρου 24 εκδόθηκαν αρχικά ο ν. 947/1979 και στη συνέχεια ο ν. 1337/1983 «Επέκταση των Πολεοδομικών σχεδίων κλπ», με τον οποίο θεσμοθετείται νέα διαδικασία (διαφέρουσα από τη ρυμοτομία των ν.δ. 17.7.1923 και 797/71) συνολικής διαχείρισης των ακινήτων της οικιστικής περιοχής προς πραγμάτωση των συνταγματικών σκοπών με την υποχρέωση των ιδιοκτητών να διαθέσουν χωρίς αποζημίωση μέρος του ακινήτου τους ή με υποχρεωτική συμμετοχή αυτών με ολόκληρο το ακίνητό τους έναντι αντιπαροχής άλλου ακινήτου (ή διαιρεμένης ιδιοκτησίας) ίσης αξίας. Με τα άρθρα 8 και 12 δε αυτού ρυθμίζεται η νέα διαδικασία απόκτησης κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, η οποία εφαρμόζεται στις περιοχές ένταξης ή επέκτασης του σχεδίου, και προβλέπεται ο τρόπος υλοποίησης της διαχείρισης με την έκδοση της Πράξεως Εφαρμογής, με την οποία καθορίζονται τα τμήματα των ακινήτων που αφαιρούνται χωρίς αποζημίωση για εισφορές σε γη (εκ ποσοστού ανάλογου με την εδαφική έκταση της ιδιοκτησίας) για τη δημιουργία κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων και υποχρεωτικές αναδασμικές μεταβολές (μετακινήσεις, συνενώσεις, αναδιανομές, ανταλλαγές ακινήτων). Περαιτέρω με το άρθρο 4 του ν. 1772/1988 «περί τροποποιήσεως διατάξεων του ν. 1577/1985 (ΓΟΚ) κλπ» αντικαταστάθηκε η παρ. 7 του άρθρου 12 του ως άνω ν. 1337/1983, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 56 του άρθρου 8 του ν. 1512/1985 και ορίσθηκαν τα εξής ( με την παρ. β) «Αμέσως μετά την κύρωση και μεταγραφή των πράξεων εφαρμογής ο οικείος ΟΤΑ, το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, καθώς και κάθε ενδιαφερόμενος, μπορούν να καταλάβου
ν τα νέα ακίνητα που διαμορφώθηκαν με την πράξη εφαρμογής και περιέρχονται σε αυτούς, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αποζημιώσεις της προηγούμενης περιπτώσεως (α), (η οποία, σημειώνεται, ότι αφορά τις αναφερόμενες στην Πράξη Εφαρμογής μεταβολές στις ιδιοκτησίες που οφείλεται αποζημίωση και για τη συντέλεση των οποίων πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του ν.δ. από 17.7.1923 και ν.δ. 797/1971). Δικαιώματα της επομένης περιπτώσεως (δ) μετατρέπονται σε ενοχική αξίωση για αποζημίωση. Σε περίπτωση αρνήσεως του κατόχου ή νομέως να παραδώσει το ακίνητο που του αφαιρείται σύμφωνα με την πράξη εφαρμογής εντός 15 ημερών από της εις αυτόν εγγράφου προσκλήσεως, διατάσσεται η αποβολή του με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση των ανωτέρω ενδιαφερομένων, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων». (Με την παρ. δ΄) «Δένδρα, φυτείες, μανδρότοιχοι, συρματοπλέγματα, φρεάτια και λοιπές εγκαταστάσεις και κατασκευές νομίμως υφιστάμενες σε ιδιοκτησίες που με την πράξη εφαρμογής μεταβάλλουν ιδιοκτήτη αποζημιώνονται από τον οικείο ΟΤΑ. Το ποσό της αποζημιώσεως καθορίζεται από την επιτροπή του π.δ. 5/1986 (ΦΕΚ 2Α), όπως ισχύει κάθε φορά και καταβάλλεται στον δικαιούχο. Σε περίπτωση διαφωνίας ως προς την αξία των ανωτέρω αποφαίνεται το καθ΄ ύλην αρμόδιο δικαστήριο με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι με την κύρωση και από τη μεταγραφή της Πράξης Εφαρμογής επέρχονται στις ιδιοκτησίες που συμμετέχουν στον πολεοδομικό (οικιστικό) σχεδιασμό, πλην των άλλων, και μεταβολές που δεν έχουν οικονομικό αντικείμενο, οι οποίες απορρέουν από την εφαρμογή του άνω νόμου για τη συνολική διαχείριση της γης, με δέσμευση των υποχρεωτικώς εισφερομένων τμημάτων αυτής και διάθεσή τους είτε απευθείας για τους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους της πολεοδομικής μελέτης είτε για την αποκατάσταση άλλων ιδιοκτησιών που δεσμεύθηκαν για τον ίδιο σκοπό με μετακινήσεις των εισφερομένων τμημάτων για την καλύτερη αξιοποίηση της γης. Για τα δε επικείμενα (π.χ. κτίσματα, φυτείες κλπ) που υπάρχουν στα τμήματα αυτά, τα οποία, σύμφωνα με την Πράξη Εφαρμογής, περιέρχονται σε άλλον ιδιοκτήτη, οφείλεται στον πρώην ιδιοκτήτη αποζημίωση από τον οικείο ΟΤΑ, ο οποίος, για την ανεμπόδιστη υλοποίηση του θεσμού και προς αποφυγή καθυστερήσεων στην ενεργοποίηση της νέας χρήσης γης, μπορεί να τη καταβάλει στο δικαιούχο και μετά την κατάληψη των άνω τμημάτων γης. Η περιέχουσα τις εν λόγω ρυθμίσεις ως άνω διάταξη (άρθρο 12 παρ. 7 του ν. 1337/83, όπως ισχύει) εντάσσεται μέσα στα πλαίσια του νέου θεσμού της υποχρεωτικής και άνευ αποζημίωσης εισφοράς γης από τους συμμετέχοντες ιδιοκτήτες. Ο θεσμός αυτός, όπως προεκτέθηκε, εισήχθη σε εκτέλεση και εφαρμογή των επιταγών του προαναφερθέντος άρθρου 24 παρ. 2-4 του Συντάγματος, προς εξυπηρέτηση του γενικότερου συμφέροντος, δηλ. της ανάπτυξης του πολεοδομικού (οικιστικού) σχεδιασμού. Η ανάπτυξη αυτή πέραν της αναβάθμισης του οικιστικού περιβάλλοντος, εξυπηρετεί συγχρόνως και το συμφέρον των ιδιοκτητών, αφού συνεπάγεται αύξηση της αξίας του εναπομείναντος ακινήτου τους. Εξάλλου, όπως προεκτέθηκε, η άνω ρύθμιση αφορά τα επικείμενα (συστατικά) στα εισφερόμενα τμήματα και όχι στο έδαφος των ιδιοκτησιών. Για τα συστατικά ο νομοθέτης, με βάση την άνω συνταγματική διάταξη, είχε τη δυνατότητα να ορίσει διαφορετικά, ότι δηλ. θα εισφέρονταν άνευ αποζημίωσης, πλην όμως επέλεξε την άνω ευνοϊκότερη για τους πρώην ιδιοκτήτες λύση, υποχρεώνοντας τους οικείους ΟΤΑ να καταβάλουν σε αυτούς αποζημίωση, προβλέποντας συγχρόνως ταχεία διαδικασία για τον προσδιορισμό της και μη αποκλείοντας σε αυτούς το δικαίωμα να προσφύγουν στο αρμόδιο καθ΄ ύλην δικαστήριο. Ενόψει όλων αυτών η εν λόγω διάταξη, επιτρέποντας την κατάληψη (και επομένως αφαίρεση) των υποχρεωτικώς εισφερομένων τμημάτων γης, αναγκαίως δε μετ΄ αυτών και των σε αυτά επικειμένων (συστατικών), και πριν ακόμη από την καταβολή στο δικαιούχο της οφειλόμενης για τα τελευταία αποζημίωσης δεν αντίκειται στην ανωτέρω διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 17 του Συντάγματος. Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, δέχθηκε ότι με την 9/1995 Πράξη Εφαρμογής της Πολεοδομικής μελέτης του σχεδίου πόλεως της περιοχής Ηρακλείου «΄Αγιος Ιωάννης Μισαμπελιές «Φορτέτσα», η οποία κυρώθηκε με την 4869/2463/17.10.1997 απόφαση του Νομάρχη Ηρακλείου και έχει ήδη νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών, περιήλθε στην κυριότητα του δικαιοπαρόχου της από τους ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητους αντι
προσωπευομένης ανηλίκου λόγω υποχρεωτικής εισφοράς γης το επίδικο τμήμα ακινήτου (οικοπέδου) και ότι οι αναιρεσείοντες αρνήθηκαν την παράδοσή του, διότι (μέχρι υποβολής της ένδικης αίτησης-αγωγής) δεν είχε προσδιορισθεί και καταβληθεί από τον οικείο ΟΤΑ η οφειλόμενη για τα σε αυτό επικείμενα (μανδρότοιχο, περίφραξη κ.λπ) αποζημίωση. Στη συνέχεια, αφού απέρριψε τον μοναδικό λόγο εφέσεως των εναγομένων και ήδη αναιρεσίβλητων για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, επικύρωσε την απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που είχε κρίνει ως νόμιμη και κατ΄ ουσίαν βάσιμη την ένδικη από 3.12.1998 αίτηση (αγωγή) των αναιρεσίβλητων περί αποβολής των αναιρεσειόντων εκ του άνω ακινήτου. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο δεν παραβίασε την ως άνω ουσιαστικού δικαίου συνταγματική διάταξη και είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ μοναδικός λόγος της αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζεται το αντίθετο. Κατά τη γνώμη όμως των Θεοδώρου Τόλια, Αντιπροέδρου Γρηγορίου Φιλιππάτου και Αναστασίου Πράσσου, Αρεοπαγιτών, ο ανωτέρω λόγος της αναιρέσεως είναι βάσιμος, διότι από τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 3 και 4 του Συντάγματος, οι οποίες έχουν ως ανωτέρω αναφέρονται στη γνώμη πλειοψηφίας, συνάγεται ότι η κατά την ανωτέρω διάταξη της παραγ. 2 του άρθρου 24 παρεχόμενη στον κοινό νομοθέτη δυνατότητα να επιβάλει στον ιδιοκτήτη ακινήτου τη συμμετοχή του στη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων οικιστικής περιοχής με τη διάθεση, χωρίς αποζημίωση, μέρους της ιδιοκτησίας του, αφορά μόνο τα εδάφη, τα οποία και είναι αναγκαία και πρόσφορα για τη δημιουργία των κοινοχρήστων χώρων, μη επεκτεινομένης της δυνατότητας αυτής και στα συστατικά του εδάφους, που αφαιρείται, για τα οποία παραμένει η προστασία του άρθρου 17 του Συντάγματος. Επομένως, κατά τη γνώμη των μειοψηφούντων, η διάταξη του άρθρου 12 παρ. 7 β και δ του Ν. 1337/1983, όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάσταση της με το άρθρο 4 του Ν. 1772/1988, η οποία παρέχει τη δυνατότητα κατάληψης των ακινήτων προ της καταβολής στον ιδιοκτήτη της αποζημίωσης, και για τα συστατικά περί των οποίων η διάταξη του άρθρου 12 παρ. 7δ του ως άνω νόμου, αντίκειται στο άρθρο 17 παρ. 2 του Συντάγματος. Μετά την απόρριψη του μοναδικού αυτού λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 28 Φεβρουαρίου 2000 αίτηση των ….και …για αναίρεση της 697/1999 αποφάσεως του Εφετείου Κρήτης. Και Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσίβλητων, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες εξήντα (2060) Ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 18 Απριλίου 2002 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Μαϊου 2002. Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΟ ΝΟΜΙΚΌ ΒΗΜΑ