Οι ιδιωτικοί ναοί καθίστανται πράγματα εκτός συναλλαγής, μόνον εάν εγκαινιασθούν και καθιερωθούν στην θεία λατρεία, σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας [ΑΠ 1178/2006, ΕφΛαρ 517/2005 ΝΟΜΟΣ], η οποία γίνεται με ιεροτελεστία για την αφιέρωση του ναού αυτού στην θεία λατρεία [εγκαίνια], και με κατάθεση αγίων λειψάνων στην Αγία Τράπεζα αυτού και χρίσις του ναού με άγιο μύρο [καθιέρωση] (για τις έννοιες των εγκαινίων και της καθιέρωσης των ναών οράτε σε Μ. Μαϊνα «Κανόνες Διέποντες τους Ιδιοκτήτους Ιερούς Ναούς» σε ΕΕΝ 34.715, Κ. Παπαγεωργίου: Χρησικτησία Τρίτων επι των Εκκλησιαστικών Ακινήτων). Περαιτέρω, για να καταστεί ένα ακίνητο πράγμα εκτός συναλλαγής, προορισμένο στην εξυπηρέτηση θρησκευτικού σκοπού, απαιτείται να προηγηθεί σύμβαση εν ζωή και όχι μονομερής δικαιοπραξία εν ζωή, με την οποία ο κύριος αυτού να αφορίσει τούτο [παράσχει ως δώρο] στην Εκκλησία ή σε άλλο εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο [ΑΠ 732/1969 ΝοΒ 18.331, ΑΠ 52/1971 ΝοΒ 1971.453]. Το ίδιο ισχύει και για τους ιδιωτικούς ναούς, δηλαδή εκείνους που είναι προορισμένοι στην εξυπηρέτηση αναγκών του ιδιοκτήτη και της οικογενείας του, δεδομένου ότι ούτε αυτοί αποτελούν άνευ ετέρου πράγματα εκτός συναλλαγής [ΑΠ 732/1969 ο.α]. Επισημαίνεται, συναφώς, ότι από την διάταξη του άρθρου 13 παρ 4 του 8/1979 Κανονισμού « Περί Ιερών Ναών και Ενοριών», που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 1 παρ. 4, 36, 37 του Ν. 590/1977, προκύπτει ότι «… δεν θεωρείται απόδοσις εις την δημοσίαν λατρείαν η κατά την πανήγυριν του Ναού προσέλευσις και άλλων πιστών …». Επίσης, το ίδιο προέβλεπε ο προϊσχύσας α.ν. 2200/1940, στο άρθρο 6 παρ 2 αυτού, που όριζε «… Δεν θεωρείται απόδοσις εις την δημοσίαν λατρείαν η κατά την πανύγυριν του ναού προσέλευσις και άλλων πιστών …» [ΟλΣτΕ 1548/1974 ΝοΒ. 23 235]. Ενώ σύμφωνα με την θεωρία : «Πράγματα εκτός συναλλαγής ως προορισμένα εις εξυπηρέτησιν θρησκευτικών σκοπών είναι μόνον τα πράγματα τα εξυπηρετούντα την λατρείαν κατά τρόπον άμεσον ως εκ της φύσεως αυτών και ανήκοντα κατά κυριότητα (προκειμένου περί της χριστιανικής θρησκείας) εις την Εκκλησίαν, ήτοι εις το νομικόν πρόσωπον αυτής ή εις άλλο εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο. Όθεν ιδιόκτητος τις ναός αποκτά την ιδιότητα ταύτην, αφ’ ης στιγμής μεταβιβασθεί η κυριότης του εις εν των νομικών τούτων προσώπων» (βλ. Τρωϊανός, Οι ιδιόκτητοι ναοί, σ. 96, πλείονα Τόμος V σελ.128-129). Σε περίπτωση που ιδιωτικός ναός δοθεί στην δημοσία λατρεία, αυτό δεν θα μπορούσε να έχει ως συνέπεια την απώλεια της κυριότητος επ’ αυτού, ούτε την περιαγωγή του στα εκτός συναλλαγής πράγματα, αλλά την σφράγισή του από τον οικείο μητροπολίτη και ενδεχομένως την απαλλοτρίωσή του, τοσο κατά την διάταξη του άρθρου 6 του προϊσχύσαντος α.ν. 2200/1940, σύμφωνα με τον οποίο «… Οι ιδιόκτητοι ναοί παραμένουν εις την ιδιοκτησίαν και διαχείρισιν του ιδιοκτήτου, εφ’ όσον προορίζονται υπ’ αυτού προς εξυπηρέτησιν των θρησκευτικών αναγκών αυτού και της οικογενείας του, κλείονται δε τη εντολή του οικείου μητροπολίτου δια της αστυνομικής αρχής, εάν τεθώσιν εις την δημοσίαν λατρείαν ή απαλλοτριούνται υπερ του πλησιεστέρου ενοριακού ναού …», όσο και κατά το ομοίου περιεχομένου άρθρο 13 παρ 2 του ισχύοντος Κανονισμού υπ’ αριθμόν 8/1980 «Περί Ιερων Μονών και Ενοριών», που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 1 παρ. 4, 36, 37 του Ν. 590/1977.
Συναφώς, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το καθεστώς των ιδιοκτήτων ιερών ναών αναγνωρίστηκε ήδη από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους, αρχικά με το από 26-4/25-5-1834 διάταγμα «Περί Ιδιοκτήτων Μοναστηρίων και Εκκλησιών», όπου ορίστηκε ότι «…όλα τα ιδιόκτητα μοναστήρια και ναοί, επί των οποίων έχει τις αποδεδειγμένα δικαιώματα ιδιοκτησίας μένουν εις αυτόν ανενοχλήτως …». Ακολούθως, θεσπίστηκε ο ν. ΓΦΝΖ/1910 «Περί Ενοριακών Ναών και της περιουσίας αυτών, περί προσόντων Εφημερίων και μισθοδοσίας αυτών», ο οποίος στο άρθρο 1 αυτού όρισε ότι οι ναοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας διακρίνονται εις «… α) ενοριακούς, β) ιδιοκτήτους ανήκοντες εις φυσικά ή νομικά πρόσωπα…». Εν συνεχεία εκδόθηκε το ν.δ. της 27-12-1923 «Περί Ενοριακών Ναών και Εφημερίων», που προέβλεπε ότι οι ιδιόκτητοι μη ενοριακοί ναοί παρέμειναν στην ιδιοκτησία των φυσικών προσώπων που ανήκουν, εφόσον προορίζονται υπό του ιδιοκτήτου προς θεραπείαν των θρησκευτικών αναγκών αυτού και της οικογενείας του, ότι οι κατά την ημέρα της πανήγυρης καθαρές εισπράξεις του Ναού περιέρχονται στην πλησιέστερο ενοριακό ναό και ότι «… δεν θεωρείται απόδοσις εις την δημοσίαν λατρείαν η κατά την πανήγυριν του Ναού προσέλευσις και άλλων πιστών . Ακολούθως εκδόθηκε ο α.ν. 5148/1931 που όρισε ότι οι ιδιόκτητοι ναοί παραμένουν στην ιδιοκτησία, διοίκηση και διαχείριση του ιδιοκτήτη, εφόσον προορίζονται από αυτόν προς θεραπείαν των θρησκευτικών αναγκών αυτού και της οικογενείας του. Περαιτέρω, εκδόθηκε ο ν. 1369/1938 που διατήρησε την ως άνω διάκριση των ναών και αξίωσε την ύπαρξη τίτλων για να είναι κάποιος ιδιόκτητος ναός. Στη συνέχεια εκδόθηκε ο α.ν. 2200/1940, που διατήρησε την ίδια διαίρεση των ναών και προέβλεπε στο άρθρο 6 αυτού ότι «… Οι ιδιόκτητοι ναοί παραμένουν εις την ιδιοκτησίαν και διαχείρισιν του ιδιοκτήτου, εφ’ όσον προορίζονται υπ’ αυτού προς εξυπηρέτησιν των θρησκευτικών αναγκών αυτού και της οικογενείας του, κλείονται δε τη εντολή του οικείου μητροπολίτου δια της αστυνομικής αρχής, εάν τεθώσιν εις την δημοσίαν λατρείαν ή απαλλοτριούνται υπερ του πλησιεστέρου ενοριακού ναού …» . Έπειτα, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 32 παρ. 2 του ν.δ. 29/1969, εκδόθηκε ο 2 Κανονισμός της 18/20 Απριλίου 1969, σύμφωνα με τον οποίο οι ναοί διακρίνονται σε “… α) ενοριακούς, β) ιδιοκτήτους, ανήκοντας εις φυσικά ή νομικά πρόσωπα…” Την ίδια διάκριση καθιέρωσε ο ισχύων σήμερα 8/1979 Κανονισμός «Περί Ιερέων, Ναών και Ενοριών», που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 1 παρ. 4, 36, 37 του Ν. 590/1977, ο οποίος στο άρθρο 13 παρ. 2 αυτού προβλέπει ότι «…Οι ιδιόκτητοι ναοί παραμένουν στην ιδιοκτησία και διαχείριση του ιδιοκτήτη, εφ’ όσον προορίζονται υπ’ αυτού προς εξυπηρέτηση των θρησκευτικών αναγκών αυτού μόνου και της οικογενείας του. Κλείονται εντολή του οικείου Μητροπολίτη ή απάλλοτριούνται υπέρ του πλησιεστέρου Ενοριακού ή Προσκυνηματικού Ναού αναγκαστικώς κατά τας εκάστοτε ισχυούσας περί απαλλοτριώσεων διατάξεις …». Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι για να απαλλοτριωθεί τέτοιος ναός απαιτείται να τηρηθούν οι κείμενες διατάξεις για τις απαλλοτριώσεις [Σ. Τρωϊάνου – Γ. Πουλή: Εκκλησιαστικό Δίκαιο, έκδοση 2002, σελίδα 419, ΣτΕ 904/1997 ο.α. σελ. 436]. Από τις ως άνω νομοθετικές ρυθμίσεις, που διέπουν διαχρονικά το νομικό καθεστώς των ιερών ναών, συνάγεται ότι από τους Κανόνες της Εκκλησίας και τις αντιστοίχου περιεχομένου νομοθετικές διατάξεις αναγνωρίζεται η δυνατότητα κτήσεως ιδιοκτήτου ναού και ότι ο περιορισμός της θεραπείας των θρησκευτικών αναγκών του ιδιοκτήτη και της οικογενείας του καθιερώθηκε το πρώτο με το ν.δ. 27/28/1923 «περί ενοριακών ναών» (ΕφΑθ 3647/1980 στη ΝΟΜΟΣ).