Η προθεσμία άσκησης αναίρεσης και η άσκησή της αναστέλλει την εκτέλεση της τελεσίδικης απόφασης που έχει εκδοθεί σε βάρος του δημοσίου ή και σε βάρος όλων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου;
Σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 1715/1951 «Η ασκηθείσα υπό του δημοσίου, του ταμείου εθνικού στόλου, του ταμείου εθνικής αμύνης και του παλαιού εκκλησιαστικού ταμείου αίτησις αναιρέσεως κατά τελεσιδίκου δικαστικής αποφάσεως, ως και η προς άσκησιν τοιαύτης προθεσμία, αναστέλλει την κατά των νομικών τούτων προσώπων εκτέλεσιν της αποφάσεως και καθ’ ας έτι περιπτώσεως θα επετρέπετο αύτη». Το ζήτημα που τίθεται είναι αν η ως άνω διάταξη εφαρμόζεται για όλα τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή μόνον για το Δημόσιο, Το Ταμείο του Εθνικού Στόλου, του Ταμείου Εθνικής Αμύνης και του παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου.
Συναφώς, με την 4/2016 απόφαση ΑΠ έχει κριθεί ότι «… το άρθρο 19 του α.ν. 1715/1951, το οποίο, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 41 παρ. 11 του ν. 2065/1992, διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 περ. 18 του ΕισΝ. Κ.Πολ.Δ., ορίζεται ότι: “1. Η ασκηθείσα υπό του δημοσίου, του ταμείου εθνικού στόλου, του ταμείου εθνικής αμύνης και του παλαιού εκκλησιαστικού ταμείου αίτησις αναιρέσεως κατά τελεσιδίκου δικαστικής αποφάσεως, ως και η προς άσκησιν τοιαύτης προθεσμία, αναστέλλει την κατά των νομικών τούτων προσώπων εκτέλεσιν της αποφάσεως και καθ’ ας έτι περιπτώσεις θα επετρέπετο αύτη. 2. Η εκτέλεση αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων επί διοικητικών διαφορών ουσίας κατά των νομικών προσώπων, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, αναστέλλεται μέχρις ότου καταστούν αμετάκλητες”.
Τουτέστιν σύμφωνα με την ως άνω απόφαση Αρείου Πάγου η προθεσμία της αναίρεσης και η αναίρεση που ασκείται κατά τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων, με τις οποίες υποχρεώνονται το Ελληνικό Δημόσιο και τα αναφερόμενα σ’ αυτές νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου να καταβάλουν χρηματικά ποσά σε (φυσικό ή νομικό) πρόσωπο, αναστέλλουν την εκτέλεση των αποφάσεων των πολιτικών ή διοικητικών δικαστηρίων μόνον υπέρ των νομικών προσώπων που αναφέρονται στο νόμο.
Έτσι και καθ’ ημάς, η ως άνω διάταξη του ν. 1715/1951 λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα της πρέπει να ερμηνεύεται στενά και δεν καταλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), τα οποία έχουν χωριστή νομική προσωπικότητα και απολαύουν οικονομικής αυτοτέλειας έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, εφαρμόζουν δε ίδιο το καθένα προϋπολογισμό. Εάν ο νομοθέτης ήθελε να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 19 του Ν. 1715/1951 και επί της εκτελέσεως σε βάρος Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου για λόγους προστασίας της περιουσίας αυτών θα το όριζε ρητώς.
Η ερμηνευτική αυτή εκδοχή άλλωστε συνάδει και με τη ρύθμιση του άρθρου 909 αριθ. 1 του ΚΠολΔ που αποκλείει τη κήρυξη προσωρινά εκτελεστής δικαστικής απόφασης σε βάρος του δημοσίου και των δήμων και κοινοτήτων, όχι όμως και σε βάρος των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με την επιφύλαξη της περίπτωσης που αυτά με βάση τον ιδρυτικό τους ή άλλο νόμο απολαύουν των δικονομικών προνομίων του Ελληνικού Δημοσίου [πβλ ΑΠ 335/2017 στην ΝΟΜΟΣ].